ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΥΨΗΛΩΝ ΤΙΤΛΩΝ ΕΞΟΥΔΕΤΕΡΩΤΙΚΩΝ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΩΝ ΑΛΛΑ ΚΑΙ Τ-ΛΕΜΦΟΚΥΤΤΑΡΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΓΙΑ ΑΝΤΙΓΟΝΑ ΤΟΥ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ ΠΕΝΤΕ ΜΗΝΕΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟ ΜΕ ΤΟ ΕΜΒΟΛΙΟ mRNA BNT162b2 (ComirnatyTM) ΤΩΝ Pfizer/BioNTech: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑ

Η Θεραπευτική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, από την αρχή των εμβολιασμών του Ελληνικού πληθυσμού τον προηγούμενο Ιανουάριο, ξεκίνησε εκτενή προοπτική μελέτη καταγραφής της ανοσολογικής απόκρισης στον εμβολιασμό έναντι του SARS-CoV-2.

Συγκεκριμένα σκοπός της προοπτικής μελέτης NCT04743388 (ClinicalTrials.gov, U.S. National Library of Medicine) που εξελίσσεται στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» είναι η εκτίμηση της κινητικής των αντισωμάτων έναντι του RBD της πρωτεΐνης Spike (S-RBD) και των εξουδετερωτικών αντισωμάτων (NAbs) έναντι του ιού SARS-CoV-2 σε υγειονομικούς, υγιείς ενήλικες όλων των ηλικιών, και ασθενείς με νεοπλασματικές παθήσεις μετά τον εμβολιασμό τους με το εμβόλιο mRNA BNT162b2 (ComirnatyTM) των Pfizer/BioNTech.

Τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα, έχουν δημοσιευτεί σε πολλαπλά άρθρα σε έγκριτα διεθνή περιοδικά. Σε μία πλέον πρόσφατη δημοσίευση οι ερευνητές κατέγραψαν τα αποτελέσματα σε υγιείς (χωρίς γνωστή κακοήθη νόσο υπό χημειοθεραπευτική αγωγή ή νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου) υγειονομικούς και εργαζόμενους (n=250) του ΓΝΑ «Αλεξάνδρα» ενάμιση και πέντε μήνες μετά τον εμβολιασμό τους με το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech και συνέκριναν τις ανοσολογικές «απαντήσεις» που αναπτύχθηκαν (ως αποτέλεσμα του εμβολιασμού) με αυτές σε ασθενείς (μη εμβολιασμένους) με μέτρια ή σοβαρή νόσο COVID-19 (n=94). Επίσης στο χρονικό σημείο των πέντε μηνών μετά τον εμβολιασμό πέρα από την χυμική ανοσία (παραγωγή αντισωμάτων από Β κύτταρα του ανοσοποιητκού συστήματος) καταγράφηκε και η ανάπτυξη κυτταρικής ανοσίας (λειτουργικα Τ κύτταρα έναντι της πρωτεϊνης Spike του κορωνοϊού)

Το σχετικό άρθρο με τίτλο «Comparative kinetics of SARS-CoV-2 anti-spike protein RBD IgGs and neutralizing antibodies in convalescent and naïve recipients of the BNT162b2 mRNA vaccine versus COVID-19 patients» έγινε δεκτό για δημοσίευση στο έγκριτο διεθνές επιστημονικό περιοδικό BMC Medicine. Υπογράφεται από τους ερευνητές Ιωάννη Τρουγκάκο, Ευάγγελο Τερπο, Χριστίνα Ζηρού, Αιμιλία Σκληρού, Φιλία Αποστολάκου, Sentiljana Gumeni, Ιωάννα Χαριτάκη, Ελένη-Δήμητρα Παπανάγνου, Τίνα Μπαγκρατούνη, Χριστίνα Λιάκου, Ανδρέα Σκορίλα, Ελένη Κορομπόκη, Ιωάννη Παπασωτηρίου, Ευστάθιο Καστρίτη και Θάνο Δημόπουλο. Τα ευρήματα της δημοσίευσης συνοψίζονται από τους Καθηγητές του ΕΚΠΑ Ευάγγελο Τέρπο, Ιωάννη Τρουγκάκο και Θάνο Δημόπουλο (Πρύτανης ΕΚΠΑ).

Ειδικότερα βρέθηκε ότι σε αναρρώσαντες από COVID-19 λήπτες του εμβολίου μία δόση παράγει πολύ ισχυρή και άμεση (εντός εβδομάδος) ανοσολογική απάντηση γεγονός που επιβεβαιώνει περαιτέρω την αποτελεσματικότητα του εμβολίου, αφού ο οργανισμός (απουσία νόσου) «αναγνωρίζει» την πρωτεϊνη Spike που παράγει το εμβόλιο ως ταυτόσημη με αυτή του κορωνοϊού και κινητοποιεί το ανοσοποιητικό σύστημα. Στους υπόλοιπους λήπτες του εμβολίου, που δεν είχαν μολυνθεί από τον κορονοϊό πριν τον εμβολιασμό, απαιτούνται δύο δόσεις για την ανάπτυξη ικανοποιητικών τίτλων anti-RBD (αντισώματα έναντι του τμήματος RBD της πρωτεΐνης ακίδας με το οποίο ο ιός προσκολλάται στα ανθρώπινα κύττραρα) και εξουδετερωτικών αντισωμάτων. Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι περίπου οι μισοί από τους 18 λήπτες του εμβολίου, με γνωστό θετικό μοριακό τεστ (Q-PCR) για κορωνοϊό (ασυμπτωματικοί) πριν τον εμβολιασμό, δε βρέθηκε να έχει αναπτύξει αντισώματα έναντι του ιού πριν λάβουν την πρώτη δόση του εμβολίου. Το ενδιαφέρον αυτό εύρημα ενισχύει περαιτέρω την ανάγκη για εμβολιασμό των θετικών (π.χ. μέσω μοριακού τεστ) για κορωνοϊό αλλά ασυμπτωματικών συμπολιτών μας.

Περαιτέρω αναλύσεις σύγκρισης των ανοσολογικών απαντήσεων μεταξύ νοσούντων από COVID-19 και εμβολιασθέντων έδειξαν ότι ενώ η νόσος COVID-19 παράγει πρώιμη και πιο ισχυρή (ειδικότερα η σοβαρή νόσος) παραγωγή εξουδετερωτικών αντισωμάτων σε σχέση με την πρώτη δόση του εμβολίου, η δεύτερη δόση του εμβολίου τελικά προάγει την παραγωγή υψηλότερων τίτλων εξουδετερωτικών αντισωμάτων σε σχέση με αναρρώσαντες ασθενείς από COVID-19.

Σε συμφωνία με τα παραπάνω ταυτόχρονη μελέτη της χυμικής (παραγωγή anti-RBD και εξουδετερωτικών αντισωμάτων) αλλά και, για πρώτη φορά, κυτταρικής (Τ κυττάρων ειδικά για την πρωτεΐνη Spike του κορονοϊού) ανοσίας πέντε μήνες μετά τον εμβολιασμό κατέδειξε την ενεργοποίηση και συντήρηση επί μακρόν (παρά την μείωση του τίτλου των αντισωμάτων – που πάντως διατηρούνται ακόμη σε υψηλότατους τίτλους εξουδετέρωσης του ιού) και των δυο αξόνων προσαρμοστικής ανοσίας μετά τον εμβολιασμό με το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech.

Τα νέα αυτά ευρήματα δεικνύουν το σημαντικό βαθμό προστασίας έναντι της νόσου COVID-19 που προσφέρουν τα συγκεκριμένα εμβόλια. Συνολικά σε συνδυασμό με επιπλέον σχετικά ευρήματα ανάλυσης της κινητικής των ανοσολογικών απαντήσεων και του ρυθμού μείωσης των εξουδετερωτικών αντισωμάτων μετά τον εμβολιασμό αναμένουμε ότι τα αντισώματα (αλλά και πιθανότατα η κυτταρική ανοσία) από τον εμβολιασμό θα συντηρηθούν για τουλάχιστον ένα έτος.

Η μελέτη της Θεραπευτικής Κλινικής του ΕΚΠΑ εξελίσσεται και αφορά στην μελέτη όλων των εμβολίων και την αποτελεσματικότητά τους μέχρι και 18 μήνες μετά τη πρώτη δόση τους.


COVID-19 κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και η ανάγκη εμβολιασμού των εγκύων έναντι του SARS-CoV-2

Προηγούμενες μελέτες σχετικά με την έκβαση της λοίμωξης COVID-19 κατά την εγκυμοσύνη έχουν δείξει υψηλότερα ποσοστά καισαρικής τομής και πρόωρων γεννήσεων, καθώς και αυξημένη νοσηρότητα και θνησιμότητα. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα αποτελέσματα της νέας μελέτης των J. Chinn και συνεργατών που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο έγκριτο περιοδικό JAMA Network Open 2021;4(8):e2120456. Σκοπός της μελέτης ήταν να περιγραφούν τα χαρακτηριστικά και η έκβαση της λοίμωξης COVID-19 σε έγκυες γυναίκες συγκριτικά με έγκυες γυναίκες χωρίς COVID-19. Πρόκειται για μια προοπτική μελέτη στην οποία συμμετείχαν γυναίκες ηλικίας 18 ετών και άνω που τεκνοποίησαν κατά τη χρονική περίοδο μεταξύ 1ης Μαρτίου 2020 και 28ης Φεβρουαρίου 2021 σε 499 ιατρικά κέντρα στις ΗΠΑ. Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν η ενδονοσοκομειακή θνητότητα. Στα δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία συμπεριλήφθηκαν οι ενδονοσοκομειακές ημέρες νοσηλείας, οι εισαγωγές σε μονάδα εντατικής θεραπείας, η ανάγκη μηχανικού αερισμού και η έκβαση της εγκυμοσύνης. Συνολικά συμπεριλήφθησαν δεδομένα από 869.079 έγκυες γυναίκες. Οι 18.715 (2.2%) είχαν COVID-19 ενώ οι 850.364 (97.8%) δεν είχαν COVID-19. Οι περισσότερες γυναίκες είχαν ηλικία 18 με 30 έτη (11.550 με COVID-19 – 61.7%, 447.534 χωρίς COVID-19 – 52.6%) και ανήκαν στη λευκή φυλή (8060 με COVID-19 – 43%, 499501 χωρίς COVID-19 – 58.7%). Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν παρατηρήθηκε αύξηση στη διενέργεια καισαρικής τομής στις γυναίκες με COVID-19 (6088 έγκυες – 32.5%) συγκριτικά με τις γυναίκες χωρίς COVID-19 (273.810 γυναίκες – 32.3%). Οι έγκυες με COVID-19 ήταν πιθανότερο να γεννήσουν πρόωρα (3072 γυναίκες - 16.4%) συγκριτικά με τις έγκυες χωρίς COVID-19 (97.967 γυναίκες – 11.5%). Επιπλέον, οι έγκυες με COVID-19 είχαν σημαντικά υψηλότερη πιθανότητα να εισαχθούν σε μονάδες εντατικής θεραπείας (977 γυναίκες ή 5.2% έναντι 7943 γυναικών ή 0.9% χωρίς COVID-19), να λάβουν αναπνευστική υποστήριξη με διασωλήνωση και μηχανικό αερισμό (275 γυναίκες ή 1.5% έναντι 885 γυναικών ή 0.1% χωρίς COVID-19) και να πεθάνουν ενδονοσοκομειακά (24 γυναίκες ή 0.1% έναντι 71 γυναικών ή <0.01% χωρίς COVID-19). Συμπερασματικά, τα ευρήματα της συγκεκριμένης μελέτης επιβεβαιώνουν ότι η λοίμωξη COVID-19 κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης συνδέεται με πρόωρο τοκετό καθώς και μεγαλύτερη πιθανότητα εισαγωγής σε μονάδα εντατικής θεραπείας, διασωλήνωσης και θνητότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων των ΗΠΑ (CDC) ανακοίνωσαν ότι τα εγκεκριμένα εμβόλια mRNA έναντι του SARS-CoV-2 (Pfizer/BioNTech και Moderna) είναι ασφαλή και αποτελεσματικά για τις εγκύους. Το ίδιο ισχύει και για το εμβόλιο της Johnson & Johnson παρόλο που συλλέγονται ακόμα στοιχεία σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα αυτού του εμβολίου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Μέχρι στιγμής, στις ΗΠΑ έχει εμβολιαστεί με τουλάχιστον μία δόση μόνο το 23% των εγκύων ηλικίας 20 έως 49 ετών. Τα στοιχεία του CDC από σχεδόν 2.500 εμβολιασμένες έγκυες γυναίκες δείχνουν ότι τα εμβόλια στη διάρκεια της εγκυμοσύνης μειώνουν τον κίνδυνο λοίμωξης της εγκύου από SARS-CoV-2 και επιπλέον δημιουργούν αντισώματα που μπορούν να προστατεύσουν ακόμη και το νεογέννητο. Δεν υπάρχουν στοιχεία ότι τα εμβόλια αυξάνουν τον κίνδυνο αποβολής ή ότι επηρεάζουν τη γονιμότητα μίας γυναίκας. Η Διευθύντρια των CDC, Δρ Γουαλένσκι, σημειώνει ότι οι εμβολιασμοί και των εγκύων γυναικών πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα εν μέσω νέου κύματος της πανδημίας COVID-19 με το στέλεχος δέλτα που είναι ιδιαίτερα μεταδοτικό και μπορεί να προκαλέσει σοβαρή νόσο COVID-19 στις έγκυες γυναίκες.


Συμμετοχή σε κλινικές μελέτες στην ογκολογία κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της πανδημίας COVID-19

Κατά την εξάπλωση του αρχικού πανδημικού κύματος COVID-19 το 2020, η συμμετοχή των ασθενών με καρκίνο στις κλινικές μελέτες μειώθηκε σημαντικά. Καθώς η πανδημία εμφανίζει συνεχώς νέα κύματα λόγω της εμφάνισης νέων στελεχών του SARS-CoV-2, αξίζει να αναλυθεί η πορεία της ένταξης ασθενών με καρκίνο σε αντίστοιχες κλινικές μελέτες. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Μαρία Γαβριατοπούλου, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα αποτελέσματα της σχετικής μελέτης των Joseph M. Unger και συνεργατών που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό JAMA Network Open (JAMA Netw Open. 2021;4(7):e2118433.). Ο σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης ήταν να εξεταστεί η τρέχουσα κατάσταση όσον αφορά στην ένταξη ασθενών με καρκίνο σε κλινικές μελέτες 1 έτος μετά την εμφάνιση της πανδημίας COVID-19. Τα κέντρα που συμμετείχαν στη μελέτη ανήκαν στο Αμερικανικό Δίκτυο Έρευνας για τον Καρκίνο SWOG και αφορούσαν την περίοδο 1η Ιανουαρίου 2016 με 28 Φεβρουαρίου 2021, ενώ έγινε ιδιαίτερη ανάλυση της περιόδου 1 Μαρτίου με 25 Απριλίου 2020 συγκριτικά με την περίοδο 4 Οκτωβρίου 2020 με 23 Ιανουαρίου 2021. Συνολικά, 29398 ασθενείς με μέση ηλικία τα 60 έτη συμμετείχαν σε κλινικές μελέτες στο δίκτυο SWOG. Οι 24034 αφορούσαν τη χρονική περίοδο πριν την πανδημία και οι 5364 την περίοδο κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19. Οι 9198 (31%) ασθενείς είχαν ηλικία μεγαλύτερη από 65 έτη, οι 17199 (58.6%) ήταν γυναίκες, οι 3039 (10.8%) ανήκαν στη μαύρη φυλή και οι 2260 (7.9%) ανήκαν στην ισπανική φυλή. Οι περισσότερες περιπτώσεις (66%) αφορούσαν συμμετοχή σε κλινικές μελέτες με χορήγηση αντικαρκινικού θεραπευτικού σχήματος. Σύμφωνα με το μαθηματικό μοντέλο, κατά τη διάρκεια του αρχικού πανδημικού κύματος COVID-19, παρατηρήθηκε μια εβδομαδιαία μείωση της συμμετοχής σε κλινικής μελέτες κατά 9%. Ακολούθως, ο ρυθμός ένταξης ασθενών σε κλινικές μελέτες αποκαταστάθηκε στα πρότερα επίπεδα. Ωστόσο, κατά την εμφάνιση του επόμενου ισχυρού πανδημικού κύματος το χειμώνα 2020/2021 εμφανίστηκε μια νέα εβδομαδιαία μείωση αλλά μόνο κατά 2%. Συνολικά, κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της πανδημίας COVID-19 ο αριθμός των νέων ασθενών που εντάχθηκαν σε κλινικές μελέτες ήταν το 77.3% του αναμενόμενου (5364/6913). Πιο συγκεκριμένα, η ένταξη σε κλινικές μελέτες ελέγχου και πρόληψης του καρκίνου ανήλθε στο 54% (1421/2641) του αναμενόμενου, ενώ η ένταξη ασθενών σε κλινικές μελέτες θεραπείας του καρκίνου ανήλθε το 91% (3922/4304) του προβλεπόμενου. Συμπερασματικά, η ένταξη των ασθενών σε κλινικές μελέτες στην ογκολογία εμφάνισε μείωση κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της πανδημίας COVID-19, η οποία ήταν πιο εμφανής κατά τη διάρκεια του πρώτου πανδημικού κύματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μείωση αυτή δεν αφορούσε ιδιαίτερα τις κλινικές μελέτες χορήγησης αντικαρκινικής θεραπείας. Είναι εμφανές ότι η κλινική έρευνα έδειξε ικανοποιητικά αντανακλαστικά απέναντι στις απαιτήσεις της πανδημίας για απρόσκοπτη συνέχιση χορήγησης θεραπείας στους ογκολογικούς ασθενείς.