Νευρολογικές Επιπλοκές της νόσου COVID-19

Στο περιοδικό Science με δείκτη απήχησης 42, δημοσιεύτηκε πρόσφατα ένα άρθρο ανασκόπησης από τους συγγραφείς S. Spudich και A. Nath, οι οποίοι εξειδικεύονται στη νεύρο-ανοσολογία και τις λοιμώξεις του νευρικού συστήματος, με σκοπό την παρουσίαση και περαιτέρω συζήτηση σε ό,τι αφορά τις νευρολογικές επιπλοκές της νόσου COVID-19. Το άρθρο αυτό σχολιάζουν ο Καθηγητής Γεώργιος Τσιβγούλης, Καθηγητής Νευρολογίας και Διευθυντής της Β’ Νευρολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του  Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών  και οι Νευρολόγοι Λίνα Παλαιοδήμου και  Μαρία-Ιωάννα Στεφάνου.

Οι νευρολογικές επιπλοκές της νόσου COVID-19 μπορούν αδρά να διαχωριστούν σε δύο κατηγορίες αναλόγως του χρόνου εμφάνισής τους: α) αυτές που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της νόσησης και β) αυτές που εμφανίζονται και επιμένουν μετά την αποδρομή της νόσου COVID-19. Οι συγγραφείς συνοψίζουν τις εκδηλώσεις και στις δύο αυτές κατηγορίες και επιπλέον παρουσιάζουν τους πιθανούς παθοφυσιολογικούς μηχανισμούς, τονίζοντας την ανάγκη για περαιτέρω μελέτη και ουσιαστική αντιμετώπιση.

Οι νευρολογικές επιπλοκές που μπορεί να συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της νόσου COVID-19 δύναται να είναι οι εξής: ανοσμία/υποσμία, κεφαλαλγία, μυαλγίες, αλλά και οργανικό ψυχοσύνδρομο, αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, εγκεφαλίτιδα/εγκεφαλοπάθεια. Η πιθανότητα άμεσης προσβολής του νευρικού συστήματος από τον ιό κρίνεται αμελητέα, καθώς μόνον πολύ σπάνια έχει ανιχνευτεί γενετικό υλικό του ιού στο νευρικό ιστό βαρέως πασχόντων ασθενών που απεβίωσαν. Αντίθετα, αυτό που παρατηρείται συνηθέστερα είναι η έντονη διέγερση του ανοσολογικού συστήματος, η υπέρμετρη ενεργοποίηση φλεγμονωδών κυττάρων και η προθρομβωτική κατάσταση, που πιθανότατα σχετίζονται με τα εν λόγω συμπτώματα.

Εκτός από τις παραπάνω άμεσες επιπλοκές, έχουν παρατηρηθεί ασθενείς με νευρολογικά συμπτώματα που παρουσιάζονται ή εμμένουν για αρκετό διάστημα μετά την αποδρομή της νόσου COVID-19. Ως συνηθέστερα συμπτώματα αναφέρονται η κεφαλαλγία, η διαταραχή συγκέντρωσης, οι διαταραχές μνήμης, οι διαταραχές του αυτόνομου νευρικού συστήματος, αίσθημα γενικευμένης κόπωσης αλλά και ψυχιατρικά συμπτώματα. Εντύπωση προκαλεί ότι οι ασθενείς που προσβάλλονται από τη λεγόμενη “long-COVID” συμπτωματολογία είναι συνήθως νέοι ασθενείς, που αρχικά είχαν ήπια νόσο COVID-19 και δε χρειάστηκε να νοσηλευτούν. Παρότι ο παθοφυσιολογικός μηχανισμός σε αυτές τις περιπτώσεις παραμένει άγνωστος, οι συγγραφείς προτείνουν ως πιθανούς μηχανισμούς την εμμένουσα φλεγμονώδη ενεργοποίηση, τη διαταραχή του ανοσολογικού συστήματος και τη συνεχιζόμενη φλεγμονή του ενδοθηλίου των αγγείων.        

Κλείνοντας, οι συγγραφείς τονίζουν την ανάγκη συνεχούς παρακολούθησης και εμπεριστατωμένης καταγραφής των ασθενών με νευρολογικές επιπλοκές μετά από νόσο COVID-19, με στόχο την καλύτερη κατανόηση της συσχέτισής τους και την ανάπτυξη εξειδικευμένης αντιμετώπισης.


Θάνατος από COVID-19 ή με COVID-19;

Σε παγκόσμιο επίπεδο υπάρχει μεγάλος αριθμός πιστοποιητικών θανάτου τα τελευταία 2 περίπου έτη με αιτία θανάτου την COVID-19. Ένα ερώτημα που τίθεται όλο και περισσότερο τελευταία είναι πόσοι άνθρωποι από αυτούς απεβίωσαν πράγματι από COVID-19 και όχι από άλλο πρόβλημα υγείας που είχαν παράλληλα με COVID-19. Μάλιστα, το ερώτημα αυτό είναι σημαντικό για την κατανόηση του αντίκτυπου της πανδημίας στην κοινωνία αλλά και για τα μελλοντικά αντανακλαστικά της πολιτείας σε αυτή.

Οι Καθηγητές της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Λίνα Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και Πρύτανης ΕΚΠΑ) αναφέρουν ότι ειδικά στο απόγειο του πρώτου και δευτέρου κύματος, υπήρχαν πολύ καλές ενδείξεις ότι ακόμη και οι πιο ηλικιωμένοι άνθρωποι, που συνήθως παρουσιάζουν αρκετές νοσηρότητες, πέθαιναν από́ COVID-19 και όχι απλώς με COVID-19. Σε σύγκριση με το σημείο που βρισκόμαστε τώρα, τα ποσοστά μόλυνσης από κορωνοϊό δεν ήταν τόσο υψηλά, αλλά ήταν πολύ αυξημένοι οι θάνατοι μεταξύ ατόμων με COVID-19.

Με το κύμα Omicron όμως το ερώτημα γίνεται πολύ δυσκολότερο να απαντηθεί. Τα ποσοστά μόλυνσης είναι τόσο υψηλά, που η πιθανότητα να εισαχθεί κάποιος στο νοσοκομείο ή και να πεθάνει ενώ έχει μολυνθεί από κορωνοϊό είναι πολύ μεγάλη. Επιπρόσθετα, το πρόγραμμα εμβολιασμού και αναμνηστικών δόσεων παρέχει στους ανθρώπους πολύ υψηλά (95% +) επίπεδα προστασίας από θάνατο λόγω COVID-19. Επομένως, είναι πιθανό αυτή τη στιγμή τα στατιστικά στοιχεία με αιτία θανάτου την COVID-19 να υπερεκτιμούν το πόσοι άνθρωποι πεθαίνουν πραγματικά λόγω μόλυνσης με την παραλλαγή Omicron.

Αναμένονται λεπτομερείς αναλύσεις της θνησιμότητας καθώς και των δεδομένων των πιστοποιητικών θανάτων σε αυτή τη χρονική περίοδο, για να μπορέσουμε να απαντήσουμε με βεβαιότητα στο ερώτημα. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει πλέον όλοι όσοι συντάσσουμε σχετικά πιστοποιητικά να αναρωτιόμαστε διπλά αν ο συνάνθρωπός μας απεβίωσε εξαιτίας της COVID-19 ή εξαιτίας άλλης νόσου έχοντας ταυτόχρονα COVID-19.

Επίσης δημοσιεύτηκε σε: