5 ερωτήσεις για τα ανασυνδυασμένα στελέχη του SARS-CoV-2 που απαντούν οι Καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γκίκας Μαγιορκίνης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ)

Τις τελευταίες εβδομάδες έχουν αυξηθεί οι αναφορές για την κυκλοφορία ανασυνδυασμένων στελεχών του SARS-CoV-2, ενώ ιδιαίτερη αναφορά έγινε και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Τι γνωρίζουμε για αυτά τα χιμαιρικά στελέχη;

Οι Καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γκίκας Μαγιορκίνης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) απαντούν στα ερωτήματα:

1) Τι είναι τα ανασυνδυασμένα στελέχη;

Πρόκειται για στελέχη των οποίων το γονιδίωμα είναι το μωσαϊκό από γονιδιώματα διαφορετικών στελεχών.

2) Πώς δημιουργούνται τα ανασυνδυασμένα στελέχη;

Όταν διαφορετικά στελέχη μολύνουν τον ίδιο ασθενή και βρεθούν να μολύνουν ακόμα και το ίδιο κύτταρο τότε υπάρχει η πιθανότητα κατά τον πολλαπλασιασμό του ιού να αναμιχθούν τα γονιδιώματα των 2 διαφορετικών στελεχών.

3) ‘Ένα στέλεχος που προέρχεται από ανασυνδυασμό με Δέλτα και Όμικρον είναι μεταδοτικό όπως η Όμικρον και παθογόνο όπως η Δέλτα;

Ο ανασυνδυασμός των γονιδιωμάτων δεν σημαίνει αυτόματα και ανάμιξη των χαρακτηριστικών της παθογένειας και της μεταδοτικότητας. Σε πολλές περιπτώσεις αυτά τα 2 χαρακτηριστικά (παθογένεια, μεταδοτικότητα) δεν μπορούν να διαχωριστούν γενετικά και για αυτό δεν μπορούν να «ανασυνδυαστούν».

4) Ποια ανασυνδυασμένα στελέχη του SARS-CoV-2 υπάρχουν και πώς ονομάζονται;

Ανασυνδυασμένα στελέχη του SARS-CoV-2 έχουν αναφερθεί και στο παρελθόν και είναι πάρα πολλά. Δεν παίρνουν όλα ειδικές ονομασίες γιατί δεν αποκτούν όλα «κρίσιμη μάζα» ώστε να έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αυτά που αφορούν την πρόσφατη δημοσιότητα είναι τα στελέχη που έχουν απομονωθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο ονόματι ΧE (Δέλτα+Όμικρον1) και XF (Όμικρον1+Όμικρον2) αλλά και το XD (Δέλτα+Όμικρον1) που έχει απομονωθεί στη Γαλλία. Να σημειωθεί ότι εκτός από αυτά υπάρχουν και άλλα ανασυνδυασμένα στελέχη μεταξύ Δέλτα και Όμικρον1 ή Όμικρον1 και Όμικρον2 που έχουν διαφορετικό μωσαϊκό στα γονιδιώματά τους, αλλά δεν έχουν ακόμα αποκτήσει «κρίσιμη μάζα». Οι ονομασίες Deltacron και Deltomicron δεν είναι δόκιμες. Κάποιες αναφορές που χρησιμοποίησαν αυτούς τους όρους αφορούσαν γονιδιώματα που είχαν προκύψει από τεχνικά εργαστηριακά λάθη και έχουν αποσυρθεί από τις βάσεις δεδομένων, ενώ δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τα επιβεβαιωμένα ανασυνδυασμένα στελέχη.

5) Πόσο μας ανησυχούν για την πορεία της πανδημίας;

Πρόκειται για μία μορφή εξέλιξης του ιού που την γνωρίζουμε από την αρχή της πανδημίας. Δεν πρόκειται για νέο φαινόμενο. Τα ανασυνδυασμένα στελέχη παρακολουθούνται όπως όλα τα άλλα στελέχη για την περίπτωση εμφάνισης ενός πιο μεταδοτικού ή πιο παθογόνου στελέχους.

Αυξημένος κίνδυνος καρδιαγγειακών και νεφρικών επιπλοκών σε ασθενείς με COVID-19 τόσο με υψηλά όσο και με χαμηλά επίπεδα γλυκόζης

Μια νέα μελέτη, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Diabetes Care, διερεύνησε τη συσχέτιση μεταξύ των συγκεντρώσεων γλυκόζης στο αίμα κατά την εισαγωγή στο Νοσοκομείο και την εμφάνιση καρδιαγγειακών και νεφρικών επιπλοκών σε ασθενείς με COVID-19.

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και του Ενδοκρινολογικού Τμήματος του Νοσοκομείου Αλεξάνδρα, Σταυρούλα (Λίνα) Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Προληπτικής Ιατρικής), Γεωργία Κάσση (Διευθύντρια ΕΣΥ Ενδοκρινολογίας-Διαβήτη-Μεταβολισμού) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής. https://diabetesjournals.org/care/article/doi/10.2337/dc21-1709/144732/Admission-Blood-Glucose-Level-and-Its-Association

Πρόκειται για πολυκεντρική προοπτική μελέτη που πραγματοποιήθηκε στη Μ. Βρετανία. Συμμετείχαν 36.269 ενήλικες που νοσηλεύτηκαν με COVID-19 μεταξύ 6 Φεβρουαρίου 2020 και 16 Μαρτίου 2021. ΟΙ συμμετέχοντες είχαν διάμεση ηλικία τα 71 έτη και 20.591 από αυτούς ήταν άνδρες (56,8%). Συνολικά, καρδιαγγειακές και νεφρικές επιπλοκές εμφανίστηκαν σε 10.421 (28,7%) ασθενείς. Παρατηρήθηκε μια μη γραμμική συσχέτιση μεταξύ του επιπέδου γλυκόζης εισαγωγής και των καρδιαγγειακών και νεφρικών επιπλοκών. Ωστόσο, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η φύση της μη γραμμικής σχέσης ήταν συγκεκριμένη ανάλογα με το αποτέλεσμα.

Μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας, αρρυθμίας και επιπλοκών πήξης συσχετίστηκε με επίπεδα γλυκόζης στο υπογλυκαιμικό εύρος. Από την άλλη, η συσχέτιση μεταξύ του επιπέδου γλυκόζης και των πιθανοτήτων εμφάνισης καρδιακής ανακοπής, καρδιακής ισχαιμίας και εγκεφαλικού επεισοδίου χαρακτηρίστηκε από αυξανόμενες πιθανότητες με αυξανόμενα επίπεδα γλυκόζης εισαγωγής. Για την καρδιακή ισχαιμία και το εγκεφαλικό επεισόδιο η αύξηση των πιθανοτήτων ήταν γραμμική σε όλη την κατανομή της γλυκόζης, ενώ για την καρδιακή ανακοπή ο ρυθμός αύξησης μειώθηκε σε υψηλότερες τιμές γλυκόζης.

Επιπλέον, για τις περισσότερες επιπλοκές, παρατηρήθηκε τροποποιητική επίδραση της ηλικίας, με υψηλότερες πιθανότητες επιπλοκών σε υψηλότερα επίπεδα γλυκόζης για ασθενείς ηλικίας <69 ετών. Η προϋπάρχουσα κατάσταση διαβήτη είχε παρόμοια τροποποιητική επίδραση στις πιθανότητες επιπλοκών, αλλά τα στοιχεία ήταν ισχυρότερα για τη νεφρική βλάβη και την καρδιακή ισχαιμία.

Η νέα μελέτη αυτή περιγράφει τον αυξημένο κίνδυνο ενδονοσοκομειακών καρδιαγγειακών και νεφρικών επιπλοκών τόσο σε υψηλά όσο και σε χαμηλά επίπεδα γλυκόζης, καθώς και σε ασθενείς με ή χωρίς διαβήτη. Τα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν τη σημασία του τακτικού ελέγχου γλυκόζης κατά την εισαγωγή προκειμένου να εφαρμοστούν εξατομικευμένες στρατηγικές γλυκαιμικής ρύθμισης. Φαίνεται επίσης ότι γλυκόζη εισαγωγής θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως δείκτης για τη διαστρωμάτωση κινδύνου τέτοιων ασθενών. Μελλοντική έρευνα θα πρέπει να αξιολογήσει τις παρεμβάσεις για τον καθορισμό του βέλτιστου γλυκαιμικού ελέγχου, αποφεύγοντας τόσο την υπογλυκαιμία όσο και την υπεργλυκαιμία σε άτομα με COVID-19.

Επίσης δημοσιεύτηκε σε: