Ο καρκίνος ωοθηκών είναι η τρίτη συχνότερη γυναικολογική κακοήθεια. Οι πιο σημαντικοί παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση καρκίνου ωοθηκών είναι η ηλικία και το θετικό οικογενειακό ιστορικό. Για τη μείωση επομένως της θνητότητας από τη νόσο, είναι απαραίτητη η αναγνώριση άλλων τροποποιήσιμων παραγόντων κίνδυνου, ώστε να σχεδιαστούν πολιτικές πρόληψης.


Αρκετές μελέτες ως τώρα έχουν διερευνήσει τη σημασία του θηλασμού στην επίπτωση του καρκίνου ωοθηκών. Τα αποτελέσματα από αυτές τις μελέτες ήταν αντικρουόμενα λόγω του μικρού αριθμού των ασθενών που μελετήθηκαν.


Για τον λόγο αυτό, συνεργατική ομάδα που έχει συσταθεί για τη μελέτη επιδημιολογικών παραγόντων που σχετίζονται με τον καρκίνο ωοθηκών, ανέλυσε τα δεδομένα από 13 πληθυσμιακές μελέτες για τον καρκίνο ωοθηκών που διέθεταν πληροφορίες για τον θηλασμό. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη σχετική μελέτη που ενέταξε περίπου 24.000 άτομα (10.000 ασθενείς με καρκίνο ωοθηκών και 14.000 γυναίκες που έχουν αποκτήσει παιδί ως ομάδα ελέγχου) και η οποία δημοσιεύθηκε προσφάτως στο περιοδικό JAMA Oncology. Η μελέτη κατέδειξε ότι ο θηλασμός μείωνε την επίπτωση του καρκίνου ωοθηκών σε στατιστικά σημαντικό βαθμό. Η μείωση αυτή μάλιστα διαπιστώθηκε τόσο στις διηθητικές μορφές καρκίνου ωοθηκών όσο και στα οριακής κακοήθειας νεοπλάσματα. Το όφελος από τον θηλασμό παρατηρήθηκε σε όλους σχεδόν τους ιστολογικους τύπους του επιθηλιακού καρκίνου ωοθηκών. Αυτό αφορά και τα ορώδη νεοπλάσματα υψηλής κακοήθειας που είναι γνωστό ότι σχετίζονται με την ύπαρξη μεταλλάξεων στα γονίδια BRCA1 /2 και αποτελούν τα πιο συχνά και με υψηλότερη θνητότητα νεοπλάσματα ωοθηκών.