Η φλεβική θρομβοεμβολική νόσος - που συνήθως εκδηλώνεται ως θρόμβωση εν τω βάθει φλεβικών αγγείων ή ως πνευμονική εμβολή - αποτελεί δυνητικά θανατηφόρα επιπλοκή διαφόρων νοσημάτων ή καταστάσεων. Πρόσφατα δε έχει σχετιστεί και με θανατηφόρα συμβάντα ασθενών με λοίμωξη από τον νέο κορωνοϊό SARS-CoV-2. Πιο συχνά όμως φλεβική θρομβοεμβολική νόσος αναπτύσσεται σε ασθενείς με καρκίνο που αποτελούν το ένα πέμπτο των ασθενών με αυτή την πάθηση. Οι ασθενείς με καρκίνο είναι πιο ευάλωτοι στην εμφάνιση φλεβικών θρομβώσεων λόγω της ίδιας της πάθησης αλλά και "των φαρμακευτικών ή χειρουργικών θεραπειών που αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης θρόμβων, πιθανώς επάγοντας διαδικασίες φλεγμονής στο ενδοθήλιο των αγγείων των ασθενών.

Η αντιμετώπιση της φλεβικής θρομβοεμβολικής νόσου σε ασθενείς με καρκίνο γίνεται με τη χορήγηση ηπαρινών χαμηλού μοριακού βάρους, ενώ τα τελευταία χρόνια αυξάνονται τα δεδομένα για τη χρήση νεότερων από του στόματος αντιπηκτικών και πλέον και τα φάρμακα αυτά έχουν ενταχθεί στις κατευθυντήριες οδηγίες.


Αναφορικά με το θέμα αυτό, τις προηγούμενες ημέρες ανακοινώθηκε στο Αμερικανικό Καρδιολογικό Συνέδριο, η μεγαλύτερη μελέτη που έχει διεξαχθεί ως τώρα για τη χρήση των νεοτέρων από του στόματος αντιπηκτικών σε ασθενείς με καρκίνο. Πρόκειται για τη μελέτη Caravaggio που διερεύνησε την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της απιξαμπάνης σε σχέση με τη θεραπεία επιλογής, τη δαλτεπαρίνη, σε ασθενείς με καρκίνο και διάγνωση εν τω βάθει φλεμβοθρόμβωσης λόγω συμπτωμάτων ή ως τυχαίο εύρημα σε απεικονιστικό έλεγχο. Η μελέτη που ενέταξε περισσότερους από 1.000 ασθενείς κατέδειξε ότι η απιξαμπάνη είναι εξίσου αποτελεσματική με τη δαλτεπαρίνη στην πρόληψη επανεμφάνισης θρομβοεμβολικού επεισοδίου. Επιπλέον, η απιξαμπάνη δεν φάνηκε να αυξάνει τον κίνδυνο αιμορραγικών επιπλοκών σε σχέση με τη δαλτεπαρίνη. Σε αντίθεση μάλιστα με τα υπόλοιπα από του στόματος αντιπηκτικά, η απιξαμπάνη δεν αύξησε την πιθανότητα αιμορραγιών από το γαστρεντερικό.