Μη επεμβατικός αερισμός με κράνος έναντι χορήγησης οξυγόνου με ρινική κάνουλα υψηλής ροής σε ασθενείς με COVID-19 και υποξαιμική αναπνευστική ανεπάρκεια

Η χορήγηση οξυγόνου με ρινική κάνουλα υψηλής ροής συστήνεται ως θεραπεία της οξείας υποξαιμικής αναπνευστικής ανεπάρκειας και εφαρμόζεται ευρέως σε ασθενείς με COVID-19. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών,  Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) (https://mdimop.gr/covid19/) συνοψίζουν τα ευρήματα σχετικής μελέτης. Πρόσφατα, τα αποτελέσματα της τυχαιοποιημένης κλινικής μελέτης HENIVOT δημοσιεύτηκαν στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση JAMA από τους D.L. Grieco και συνεργάτες (JAMA. March 25, 2021. 

doi:10.1001/jama.2021.4682). Σκοπός της μελέτης ήταν η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του μη επεμβατικού αερισμού με κράνος συγκριτικά με τη χορήγηση οξυγόνου με ρινική κάνουλα υψηλής ροής ως προς τις ημέρες που οι ασθενείς δεν θα χρειάζονταν αναπνευστική υποστήριξη εντός του πρώτου μήνα από την ένταξη στη μελέτη. Η συγκεκριμένη πολυκεντρική μελέτη πραγματοποιήθηκε σε 4 μονάδες εντατικής θεραπείας στην Ιταλία μεταξύ Οκτωβρίου και Δεκεμβρίου 2020 με διάστημα παρακολούθησης των ασθενών έως την 11η Φεβρουαρίου 2021. Συνολικά συμπεριλήφθησαν 109 ασθενείς με COVID-19 και υποξαιμική αναπνευστική ανεπάρκεια μετρίου έως σοβαρού βαθμού, οι οποίοι τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν είτε οξυγόνο με ρινική κάνουλα υψηλής ροής (high nasal flow) (55 ασθενείς) είτε μη επεμβατικό αερισμό με κράνος για τουλάχιστον 48 ώρες ακολουθούμενο από οξυγόνο με ρινική κάνουλα υψηλής ροής (54 ασθενείς). Η διάμεση ηλικία όλων των ασθενών ήταν τα 65 έτη, ενώ 21 ασθενείς (19%) ήταν γυναίκες. Ο διάμεσος αριθμός ημερών χωρίς αναπνευστική υποστήριξη ήταν 20 για τους ασθενείς που έλαβαν μη επεμβατικό αερισμό με κράνος και 18 για τους ασθενείς που έλαβαν οξυγόνο μόνο μέσω ρινικής κάνουλας υψηλής ροής. Η διαφορά αυτή δεν ήταν στατιστικά σημαντική. Ωστόσο, το ποσοστό της ενδοτραχειακής διασωλήνωσης ήταν σημαντικά χαμηλότερο μεταξύ των ασθενών που έλαβαν μη επεμβατικό αερισμό με κράνος (30%) συγκριτικά με τους υπόλοιπους (51%). Ο διάμεσος αριθμός ημερών άνευ επεμβατικού αερισμού ήταν σημαντικά υψηλότερος μεταξύ των ασθενών που έλαβαν μη επεμβατικό αερισμό με κράνος (28 ημέρες) συγκριτικά με όσους έλαβαν οξυγόνο μόνο μέσω ρινικής κάνουλας υψηλής ροής (25 ημέρες). Επιπρόσθετα, το ποσοστό της ενδονοσοκομειακής θνητότητας δεν διέφερε μεταξύ των δύο ομάδων ασθενών (24% στην ομάδα που έλαβε μη επεμβατικό αερισμό με κράνος έναντι 25% στους υπόλοιπους). Συμπερασματικά, η χρήση μη επεμβατικού αερισμού με κράνος επιπρόσθετα της χορήγησης οξυγόνου με ρινική κάνουλα υψηλής ροής, δεν αύξησε τον αριθμό των ημερών που οι ασθενείς δεν χρειάστηκαν αναπνευστική υποστήριξη εντός 28 ημερών από την ένταξή τους στη μελέτη. Σύμφωνα με τους L. Munshi και J.B. Hall (JAMA. March 25, 2021. doi:10.1001/jama.2021.4975) η συγκεκριμένη μελέτη αναδεικνύει το θετικό ρόλο του μη επεμβατικού αερισμού με κράνος στη διαχείριση νοσηλευόμενων ασθενών με COVID-19. Ωστόσο, είναι αναγκαία η διεξαγωγή περαιτέρω μελετών ώστε να προσδιοριστεί με ακρίβεια η ομάδα των ασθενών που θα αποκομίσουν το μέγιστο όφελος από αυτή τη θεραπευτική προσέγγιση.


Νόσος COVID-19 σε ασθενείς με φλεγμονώδη ρευματολογικά και μυοσκελετικά νοσήματα που λαμβάνουν ριτουξιμάμπη

Η ριτουξιμάμπη είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα έναντι του CD20, ενός αντιγόνου των Β-λεμφοκυττάρων, και χρησιμοποιείται συχνά σε ασθενείς που πάσχουν από φλεγμονώδη ρευματολογικά και μυοσκελετικά νοσήματα. Σε πρόσφατο άρθρο τους στο περιοδικό The Lancet Rheumatology οι J. Avouac και συνεργάτες «COVID-19 outcomes in patients with inflammatory rheumatic and musculoskeletal diseases treated with rituximab: a cohort study» March 25, 2021 (DOI:https://doi.org/10.1016/S2665-9913(21)00059-X). Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) (https://mdimop.gr/covid19/)  συνοψίζουν τα κύρια ευρήματα. Πρόκειται για μια προοπτική μελέτη στην οποία αναλύθηκαν δεδομένα στο πλαίσιο της γαλλικής μελέτης RMD COVID-19, η οποία συμπεριέλαβε ασθενείς ηλικίας 18 ετών και άνω με φλεγμονώδεις ρευματολογικές και μυοσκελετικές παθήσεις και με υψηλή υποψία ή επιβεβαιωμένη λοίμωξη COVID-19. Ο κύριος σκοπός της μελέτης ήταν η σύγκριση της σοβαρότητας της νόσου COVID-19 μεταξύ των ασθενών που λάμβαναν ριτουξιμάμπη συγκριτικά με όσους δεν λάμβαναν ριτουξιμάμπη. Ως σοβαρή νόσος ορίστηκε η COVID-19 με ανάγκη νοσηλείας σε μονάδα εντατικής θεραπείας  ή/και  η λοίμωξη που οδήγησε σε θάνατο. Μεταξύ 15 Απριλίου 2020 και 20 Νοεμβρίου 2020 συλλέχθησαν δεδομένα για 1090 ασθενείς με μέση ηλικία τα 55,2 έτη. Οι 734 (67%) ήταν γυναίκες και οι 356 (33%) ήταν άνδρες. Από το σύνολο των ασθενών, οι 137 (13%) ανέπτυξαν σοβαρή COVID-19 και οι 89 (8%) κατέληξαν. Ακολούθως, οι ερευνητές προχώρησαν σε αναλύσεις αφού έλαβαν υπόψη πιθανούς συγχυτικούς παράγοντες που θα μπορούσαν δυνητικά να επηρεάσουν τα αποτελέσματα. Οι 63 ασθενείς με COVID-19 που λάμβαναν θεραπεία με ριτουξιμάμπη εμφάνισαν συχνότερα σοβαρή νόσο και μεγαλύτερη διάρκεια νοσηλείας συγκριτικά με τους 1027 ασθενείς που δεν ελάμβαναν ριτουξιμάμπη. Επιπλέον, 13 από τους 63 ασθενείς (21%) που λάμβαναν ριτουξιμάμπη απεβίωσαν, συγκριτικά με τους 76 εκ των 1027 (7%) που δεν λάμβαναν ριτουξιμάμπη. Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι παρά τη διαφορά στα ποσοστά, όταν οι ερευνητές έλαβαν υπόψη και τους συγχυτικούς παράγοντες, ο προσαρμοσμένος κίνδυνος θανάτου δεν αυξήθηκε στατιστικά σημαντικά στην ομάδα των ασθενών που λάμβαναν ριτουξιμάμπη σε σύγκριση με τους υπόλοιπους. Συμπερασματικά, οι συγγραφείς καταλήγουν ότι η ριτουξιμάμπη θα πρέπει να συνταγογραφείται με προσοχή στους ασθενείς με φλεγμονώδεις και μυοσκελετικές παθήσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, και ειδικά σε όσους έχουν και άλλες συννοσηρότητες που αυξάνουν τον κίνδυνο σοβαρής λοίμωξης COVID-19. 

Επίσης δημοσιεύτηκε σε: