Το εμβόλιο Novavax είναι ασφαλές και αποτελεσματικό έναντι της COVID-19

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν την πρόσφατη ανακοίνωση του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας (NIH) των ΗΠΑ σχετικά με την κλινική μελέτη PREVENT-19. Τα αποτελέσματα κλινικής μελέτης φάσης 3 στην οποία συμμετείχαν 29.960 ενήλικες εθελοντές στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Μεξικό δείχνουν ότι το ερευνητικό εμβόλιο NVX-CoV2373 της Novavax είχε 90,4% αποτελεσματικότητα ως προς την πρόληψη της συμπτωματικής νόσου COVID-19. Ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι το νέο εμβόλιο έδειξε 100% προστασία από COVID-19 μέτριας και σοβαρής βαρύτητας. Σε άτομα με υψηλό κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών από τη COVID-19 (άτομα 65 ετών και άνω, άτομα κάτω των 65 ετών με ορισμένες συννοσηρότητες ή με πιθανή τακτική έκθεση στον SARS-CoV-2), το εμβόλιο έδειξε 91% αποτελεσματικότητα ως προς την πρόληψη της συμπτωματικής νόσου COVID-19. 

Τα δεδομένα ασφαλείας δείχνουν ότι το εμβόλιο υπό διερεύνηση ήταν γενικά καλά ανεκτό. Ο ήπιος έως μέτριος πόνος και η ευαισθησία στο σημείο της ένεσης ήταν τα πιο κοινά εντοπισμένα συμπτώματα μεταξύ των συμμετεχόντων. Η κόπωση, ο πονοκέφαλος και ο μυϊκός πόνος που κράτησε λιγότερο από δύο ημέρες ήταν τα πιο συνηθισμένα συστηματικά συμπτώματα που εμφάνισαν οι εμβολιασθέντες. Η δοκιμή PREVENT-19 ξεκίνησε στα τέλη Δεκεμβρίου 2020 και συμπεριέλαβε ενήλικες εθελοντές από 119 διαφορετικά κέντρα. Οι συμμετέχοντες έλαβαν τυχαία με αναλογία 2:1 είτε το νέο εμβόλιο είτε το εικονικό φάρμακο σε δύο δόσεις με απόσταση 21 ημερών. Η κλινική δοκιμή ήταν διπλά τυφλή, δηλαδή ούτε οι ερευνητές ούτε οι συμμετέχοντες ήξεραν ποιος έλαβε το υποψήφιο εμβόλιο. Η μελέτη PREVENT-19 σχεδιάστηκε για να αξιολογήσει εάν το NVX-CoV2373 μπορεί να αποτρέψει τη συμπτωματική νόσο COVID-19 επτά ή περισσότερες ημέρες μετά τη δεύτερη δόση σε σχέση με το εικονικό φάρμακο. Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της παρούσας ανάλυσης βασίζονται σε 77 περιπτώσεις συμπτωματικής λοίμωξης COVID-19 που οι ερευνητές κατέγραψαν μεταξύ των συμμετεχόντων στη δοκιμή από τις 25 Ιανουαρίου 2021 έως τις 30 Απριλίου 2021. Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές κατέγραψαν 63 περιπτώσεις μεταξύ των περίπου 10.000 συμμετεχόντων που έλαβαν εικονικό φάρμακο και 14 περιπτώσεις μεταξύ των περίπου 20.000 συμμετεχόντων που έλαβαν το νέο εμβόλιο. Από τις 63 περιπτώσεις COVID-19 στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου, οι ερευνητές ταξινόμησαν τις 10 ως μέτριου βαθμού σοβαρότητας και τέσσερις ως σοβαρές. Δεν υπήρχαν περιπτώσεις μέτριας βαρύτητας ή σοβαρής νόσου στην ομάδα των εμβολιασμένων με το NVX-CoV2373. Το NVX-CoV2373 είναι ένα εμβόλιο υπομονάδας που κατασκευάζεται από μια σταθεροποιημένη μορφή της πρωτεινικής ακίδας S του SARS-CoV-2 με τη χρήση τεχνολογίας νανοσωματιδίων. Τα συγκεκριμένα πρωτεινικά αντιγόνα που εμπεριέχονται στο εμβόλιο δεν μπορούν να αναπαραχθούν ή να προκαλέσουν COVID-19. Το εμβόλιο περιέχει επίσης ένα ανοσοενισχυτικό ώστε να ενισχύσει την ανταπόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος και τη δημιουργία ανοσιακής μνήμης. Μια εφάπαξ δόση εμβολίου περιέχει 5 μικρογραμμάρια (mcg) πρωτεΐνης και 50 mcg ανοσοενισχυτικού. Το NVX-CoV2373 χορηγείται με ένεση σε υγρή μορφή και μπορεί να αποθηκευτεί και να διανεμηθεί σε θερμοκρασίες πάνω από την κατάψυξη (1,7°C έως 7,5°C.) Το εμβόλιο χορηγείται ως δύο ενδομυϊκές ενέσεις σε απόσταση 21 ημερών. 


COVID-19: Αξιολόγηση και αντιμετώπιση των ασθενών με εμμένοντα συμπτώματα μετά από οξεία λοίμωξη από τον ιό SARS-CoV-2 

Στις 8 Ιουνίου 2021 το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Λοιμώξεων της Αμερικής (CDC) ανέφερε ότι περισσότεροι από 140 εκατομμύρια Αμερικανοί εμβολιάστηκαν πλήρως, νούμερο που αντιστοιχεί σε ποσοστό 42% του συνολικού πληθυσμού, 50% του πληθυσμού ηλικίας μεγαλύτερης των 12 ετών, 53% του πληθυσμού ηλικίας άνω των 18 ετών και 75% των πολιτών άνω των 75 ετών. Με τη συνεχή αύξηση των εμβολιασμών ο  ρυθμός του ποσοστού λοίμωξης και των εισαγωγών λόγω COVID-19 μειώνονται συνεχώς στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και η ζωή ξεκινά να επανέρχεται στην κανονικότητα για τους περισσότερους πολίτες. Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι η επάνοδος στην κανονικότητα δεν ισχύει για ολόκληρο τον πλανήτη. Η παγκόσμια κοινότητα οφείλει να αναγνωρίσει ότι η πανδημία δε θα τελειώσει αν δεν εξαλειφθεί παντού. Επιπλέον είναι σημαντικό να αναγνωρίσει κανείς ότι η ζωή δεν επανήλθε στους κανονικούς ρυθμούς για όσους έχασαν κάποιον οικείο τους  ή για όσους επιβίωσαν από την οξεία λοίμωξη και συνεχίζουν να έχουν σημαντικά προβλήματα υγείας. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Ελένη Κορομπόκη, Μαρία Γαβριατοπούλου και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ), συνοψίζουν σχετικά δεδομένα.

Οι γνώσεις πάνω στη νόσο COVID-19  αυξάνονται ταχέως και έχει σημειωθεί μέχρις στιγμής τεράστια πρόοδος από τη έναρξη της πανδημίας. Αρχικά αναφέρθηκαν τα επιστημονικά δεδομένα για την οξεία νόσο COVID-19  και στη συνέχεια η ανάπτυξη των κλινικών μελετών και η έγκριση των εμβολίων. Επιπλέον περιεγράφηκαν και αναφέρθηκαν οι επιπτώσεις της νόσου Covid-19 και τα εμμένοντα συμπτώματα σε μια μερίδα ασθενών. Στο έγκριτο περιοδικό Annals of Internal Medicine αναφέρεται ότι ένα 10% των αναρρωσάντων από νόσο COVID-19 αναφέρει εμμένοντα συμπτώματα τα οποία αφορούν 17 εκατομμύρια ασθενείς παγκοσμίως. Το γεγονός αυτό οδήγησε το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Λοιμώξεων (CDC) να αναπτύξει οδηγίες σχετικά με διάγνωση, αξιολόγηση και διαχείριση των ασθενών με εμμένοντα συμπτώματα. Η συνεχής συλλογή κλινικών  δεδομένων αλλά και  αναγκαιότητα επιδημιολογικών μελετών και η αναγνώριση των παραγόντων  κινδύνου είναι καίριας σημασίας για τη χαρτογράφηση του post Covid ή long Covid συνδρόμου, που χαρακτηρίζεται από εμμένοντα συμπτώματα από διαφορετικά συστήματα και όργανα του ανθρώπινου οργανισμού. Λόγω της κυμαινόμενης έντασης αλλά και της ποικιλίας των συμπτωμάτων που μπορεί αν ακολουθήσουν μετά την οξεία φάση της νόσου COVID-19, ερευνητές από όλο τον κόσμο επισημαίνουν την αναγκαιότητα της αντιμετώπισης με διεπιστημονική προσέγγιση από ομάδα επαγγελματιών υγείας. Ιδανικά η παρακολούθηση ασθενών με εμμένοντα συμπτώματα μετά από την οξεία φάση της νόσου Covid -19  θα πρέπει να γίνεται σε συνεργασία με τους γιατρούς της πρωτοβάθμιας περίθαλψης. Επιπλέον όπως η πρόληψη και αντιμετώπιση της οξείας φάσης της νόσου εξελίσσεται συνεχώς με νέες επιστημονικές ανακαλύψεις και διαρκώς αυξανόμενα δεδομένα, το ίδιο θα πρέπει να συμβεί με την πρόληψη και την αντιμετώπιση της εμμένουσας συμπτωματολογίας. Διακεκριμένοι επιστήμονες από τις Ηνωμένες Πολιτείες καταλήγουν στα εξής τρία σημεία σε σχέση με τη διαχείριση του long COVID-19 συνδρόμου: Πρώτον, η απουσία αντικειμενικών ευρημάτων από την κλινική εξέταση και τον εργαστηριακό έλεγχο δεν πρέπει να υποτιμά τα συμπτώματα που  αναφέρουν οι ασθενείς. Δεύτερον, η ιατρική κοινότητα πρέπει να διδαχθεί από την εμπειρία από μεταλοιμώδη συμπτώματα μετά από άλλες ιογενείς λοιμώξεις όπως το σύνδρομο χρονίας κόπωσης ή η μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα και να αποφεύγει κλινικές προσεγγίσεις οι οποίες έχουν περισσότερη πιθανότητα να βλάψουν παρά να ωφελήσουν τους ασθενείς. Τέλος, οι καλά συντονισμένες διεπιστημονικές  προσπάθειες είναι μείζονος σημασίας τόσο για την κλινική αντιμετώπιση όσο και για την κατανόηση της παθοφυσιολογίας και επιδημιολογίας του συνδρόμου που συνοδεύει την οξεία φάση της νόσου COVID-19 προκειμένου να υπάρξει μια αποτελεσματική διαχείριση της εμμένουσας συμπτωματολογίας επομένως εξασφάλιση ψυχοσωματικής υγείας και βέλτιστης ποιότητας ζωής για τους ασθενείς. 

Επίσης δημοσιεύτηκε σε: