ΝΕΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΤΟΥ CDC ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΕΝΟΥΣ

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Πάνος Μαλανδράκης, Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τι αλλάζει στις οδηγίες του CDC σχετικά με τους πλήρως εμβολιασμένους αν έρθουν σε επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα COVID-19 ή θεωρούν ότι νοσούν. Οι οδηγίες αυτές ως τώρα συνιστούσαν την παρακολούθηση συμπτωμάτων, και επί συμπτωμάτων τη διενέργεια τεστ. Πλέον όλοι συστήνονται να υποβληθούν σε τεστ, 3 με 5 μέρες μετά την έκθεση, και όχι την πρώτη ή τη δεύτερη μέρα. Αυτό πιθανά συσχετίζεται με την επέλαση του στελέχους δέλτα έναντι στο οποίο δεν παρέχουν πλήρη προστασία τα υπάρχοντα εμβόλια. Η σύσταση είναι μετά την έκθεση σε πιθανό κρούσμα η συνεχής χρήση της μάσκας για 14 μέρες ή μέχρι ένα αρνητικό τεστ. Αν το τεστ είναι θετικό τότε αυτομάτως το άτομο τίθεται σε καραντίνα για τουλάχιστον δέκα ημέρες ή αν εμφανίσει συμπτώματα, τότε πέραν των 10 ημερών πρέπει κανείς να μην έχει συμπτώματα τουλάχιστον για 24 ώρες, χωρίς τη χρήση αντιπυρετικών. Αυτές είναι οι νεότερες οδηγίες που έχουν ως στόχο να προστατεύσουν την κοινωνία από την πιθανή διασπορά COVID-19, ακόμα και από εμβολιασμένα άτομα που μπορεί να εκτεθούν στον ιό.


Long COVID σε ασθενείς που έχουν νοσηλευτεί λόγω COVID-19

Είναι γνωστό ότι ασθενείς που έχουν ιαθεί από την οξεία φάση της COVID-19 μπορεί να παρουσιάζουν εμμένοντα συμπτώματα. Ωστόσο, δεν έχει περιγραφεί ο αντίκτυπος αυτών των συμπτωμάτων (long COVID) στην ποιότητα της καθημερινής ζωής καθώς και τα χαρακτηριστικά των ασθενών που είναι πιθανότερο να εμφανίσουν long COVID. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα αποτελέσματα σχετικής προοπτικής πολυκεντρικής μελέτης που πραγματοποιήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο σύμφωνα με το Πρωτόκολλο Κλινικής Αξιολόγησης ISARIC του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ). Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν πρόσφατα στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση The Lancet Regional Health – Europe (DOI:https://doi.org/10.1016/j.lanepe.2021.100186). Συνολικά 327 νοσηλευόμενοι ασθενείς με επιβεβαιωμένη λοίμωξη COVID-19 εντάχθησαν στην προοπτική μελέτη τουλάχιστον 3 μήνες μετά την έξοδό τους από το νοσοκομείο. Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο της μελέτης ήταν η ανάρρωση, σύμφωνα με τους ίδιους τους ασθενείς, τουλάχιστον 90 ημέρες μετά από την έναρξη των συμπτωμάτων της COVID-19. Επιπλέον, αξιολογήθηκαν ειδικές κλίμακες για τον προσδιορισμό της ποιότητας ζωής στην καθημερινότητα των ασθενών. 55% των συμμετεχόντων ανέφεραν ότι δεν αισθάνονται ότι έχουν πλήρως αναρρώσει. Το 93% ανέφερε εμμένοντα συμπτώματα. Το συχνότερο ήταν η καταβολή (83%) ακολουθούμενο από δύσπνοια (54%). Μάλιστα το 47% των συμμετεχόντων επιβεβαίωσαν το αίσθημα δύσπνοιας με βάση την ειδική κλίμακα δύσπνοιας MRC. Επιπλέον, η αξιολόγηση της ποιότητας ζωής με βάση την ειδική κλίμακα EQ5D-5L έδειξε σημαντική επιδείνωση κατά την περίοδο μετά την πάροδο της οξείας φάσης της COVID-19. Οι γυναίκες κάτω των 50 ετών ήταν κατά 5 φορές λιγότερο πιθανό να αναφέρουν ότι είχαν αναρρώσει από τα συμπτώματα που σχετίζονταν με τη COVID-19, ήταν πιθανότερο να εμφανίζουν εμμένουσα αδυναμία στην εκτέλεση των καθημερινών δραστηριοτήτων, ήταν πιθανότερο κατά δύο φορές να αναφέρουν εντονότερη καταβολή και ήταν πιθανότερο κατά επτά φορές να αναφέρουν εμμένον αίσθημα δύσπνοιας συγκριτικά με άνδρες της ίδιας ηλικίας. Συμπερασματικά, οι επιβιώσαντες που χρειάστηκαν νοσηλεία λόγω λοίμωξης COVID-19 εμφάνισαν εμμένοντα συμπτώματα long COVID μετά την οξεία φάση της λοίμωξης, δυσχέρεια στην εκτέλεση των καθημερινών δραστηριοτήτων, αίσθημα δύσπνοιας και μειωμένους δείκτες ποιότητας της ζωής. Αυτά τα ευρήματα αφορούσαν νέους ασθενείς, χωρίς γνωστά σοβαρά προβλήματα υγείας που ανήκαν στο ενεργό εργατικό δυναμικό. Οι γυναίκες ήταν πιθανότερο να εμφανίζουν συμπτώματα long COVID.