Η νόσηση με  COVID19 σχετίζεται με την παρουσία αγγειακής δυσλειτουργίας και μειωμένης καρδιακής απόδοσης τέσσερείς μήνες μετά την αποδρομή της λοίμωξης

Η εργασία αυτή αφορά στις επιπτώσεις στο καρδιαγγειακό σύστημα σε ασθενείς με λοίμωξη Covid19 , τέσσερεις μήνες μετά την  αποδρομή  της νόσου.   Ολοκληρώθηκε με την συνεργασία της  Β΄ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής κλινικής, ΕΚΠΑ (Καθηγητές  Ιγνάτιος Οικονομίδης και Γεράσιμος Φιλιππάτος), της  Β΄ Προπαιδευτικής Παθολογικής Κλινικής ΕΚΠΑ (Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Βαϊα Λαμπαδιάρη και Καθηγητής Αριστοτέλης Μπάμιας), Δ’ Παθολογικής  Κλινικής ,ΕΚΠΑ (Καθηγήτρια Αναστασία Αντωνιάδου) στο Νοσοκομείο Αττικόν, της Φαρμακευτικής,  ΕΚΠΑ (Καθηγήτρια Ιωάννα Ανδρεάδου) και της Θεραπευτικής Κλινικής, ΕΚΠΑ στο Νοσοκομείο Αλεξάνδρα (Καθηγητές Ασημίνα Μητράκου και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ).

Τα αποτελέσματα τη μελέτης έχουν γίνει δεκτά για δημοσίευση στο έγκριτο περιοδικό υψηλής απήχησης European Journal of Heart Failure που αποτελεί  το επίσημο περιοδικό της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιακής Ανεπάρκειας (HFA) μέλος της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας (ESC).

Association of COVID-19 with impaired endothelial glycocalyx, vascular function and myocardial deformation four months after infection.

Lambadiari V, Mitrakou A, Kountouri A, Thymis J, Katogiannis K, Korakas E, Varlamos C, Andreadou I, Tsoumani M, Triantafyllidi H, Bamias A, Thomas K, Kazakou P, Grigoropoulou S, Kavatha D, Antoniadou A, Dimopoulos MA, Ikonomidis I.

Eur J Heart Fail. 2021 Aug 20. doi: 10.1002/ejhf.2326. Online ahead of print.

PMID: 34415085

https://doi.org/10.1002/ejhf.2326

https://onlinelibrary.wiley.com/doi/epdf/10.1002/ejhf.2326

Εβδομήντα ασθενείς που νοσηλεύθηκαν με νόσο COVID 19 και έλαβαν εξιτήριο εξετάσθηκαν στα εξωτερικά ιατρεία  4 μήνες μετά την νοσηλεία τους και συγκρίθηκαν με 70 ασθενείς με γνωστή υπέρταση και 70 φυσιολογικά άτομα με παρόμοια ηλικία, φύλο και καρδιαγγειακούς παράγοντες κίνδυνου. Μετρήθηκαν δείκτες αγγειακής λειτουργίας όπως ο ενδοθηλιακός γλυκοκάλυκας που εξασφαλίζει την στεγανότητα των μικρών αγγείων σε φλεγμονώδεις καταστάσεις όπως η λοίμωξη με COVID και παρεμποδίζει την εξίδρωση υγρών στους πνεύμονες και άλλα ζωτικά όργανα.   Επιπλέον, μετρήθηκε η σκληρότητα της αορτής , η ροή στα στεφανιαία αγγεία και η ενδοθηλιακή λειτουργία σε ηρεμία και υπεραιμία , που επιβαρύνονται ιδιαίτερα σε υπερτασικούς ασθενείς, εκτιμήθηκαν  ευαίσθητοι δείκτες καρδιακής δυσλειτουργίας όπως η επιμήκης μυοκαρδιακή παραμόρφωση με ειδικό ηχοκαρδιογράφημα όπως και επίσης και βιοχημικοί δείκτες του οξειδωτικού φορτίου (μαλονδιαλδευδη) και ενδοθηλιακής βλάβης (θρομβομοντουλινη, παράγοντας von Willenbrand). Τέσσερεις μήνες  μετά τη αποδρομή της νόσου COVID 19 , οι ασθενείς πάρα την επιτυχή αποθεραπεία τους,  είχαν 10-πλασιο οξειδωτικό φορτίο συγκριτικά με την ομάδα των υπερτασικών και των φυσιολογικών ατόμων ενώ είχαν παρόμοια ενδοθηλιακή δυσλειτουργία, βλάβη στον ενδοθηλιακό  γλυκοκάλυκα, στη στεφανιαία ροή και στην καρδιακή λειτουργία  με εκείνη που παρατηρείται σε υπερτασικούς ασθενείς. Τα υπολειπόμενα συμπτώματα των ασθενών  COVID 19 στους 4 μήνες μετά την αποδρομή της νόσου όπως η κόπωση, δυσκολία στην αναπνοή, βήχας και θωρακικό άλγος σχετίζονταν με  επιβαρυμένους δείκτες καρδιακής λειτουργίας ,  υψηλό οξειδωτικό φορτίο και σημαντικό βαθμό ενδοθηλιακής αγγειακής βλάβης.

Τα ευρήματα της εργασίας αυτής υποδηλώνουν ότι η νόσηση με  COVID 19,  πάρα την επιτυχή αποδρομή της, σχετίζεται με τη παρουσία ιδιαίτερα αυξημένου οξειδωτικού φορτίου και ενδοθηλιακής αγγειακής βλάβης που οδηγεί σε μειωμένη καρδιακή απόδοση και την παραμονή καρδιαγγειακών συμπτωμάτων όπως η κόπωση και η δύσπνοια, 4 μήνες μετά την αποδρομή της λοίμωξης .  Οι ασθενείς μετά την αποδρομή από λοίμωξη COVID-19  θα πρέπει να παρακολουθούνται τόσο για την ανάπτυξη καρδιαγγειακών συμβαμάτων όπως η καρδιακή ανεπάρκεια όσο και για την διάγνωση και έγκαιρη θεραπεία συνυπαρχόντων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου (διαβήτης, κάπνισμα, υπέρταση, υπερλιπιδαιμία )  που συμβάλλουν σε ανεπιθύμητα καρδιαγγειακά επεισόδια.

Η μελέτη συνεχίζεται για να διαπιστωθεί αν οι μεταβολές στους βιοχημικούς και καρδιαγγειακούς δείκτες  είναι αναστρέψιμες η όχι μετά την παρέλευση μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος από την αποδρομή της νόσου η μετά απο χορήγηση αγωγής που μειώνει το οξειδωτικό φορτίο και βελτιώνει την ακεραιότητα  του ενδοθηλιακού γλυκοκάλυκα.


Η προοπτική ενός παν-κορωνοϊικού εμβολίου

Από το 2003 με την αρχική επιδημική έκρηξη του ιού SARS-CoV, η οποία ελέγχθηκε εγκαίρως πριν γίνει πανδημία, αρκετοί ερευνητές έχουν μελετήσει την προέλευση αυτής της πολύ ιδιαίτερης κατηγορίας κορωνοϊών. Ερευνητές στην Κίνα και άλλα μέρη του κόσμου συλλέγοντας δείγματα από διάφορα είδη έχουν βρει ότι οι κορωνοϊοί αυτοί είναι ιδιαίτερα διαδεδομένοι στις νυχτερίδες αλλά και άλλα ζώα, στις οποία φαίνεται ότι δεν προκαλούν ιδιαίτερα προβλήματα υγείας.

Με την πανδημία του SARS-CoV-2 έγινε φανερό ότι η κατηγορία αυτών των ιών μπορεί δυνητικά να αποτελέσει την πηγή πανδημικών κυμάτων. Μία λύση για την αποφυγή μελλοντικών πανδημιών θα ήταν η ανάπτυξη εμβολίων που θα έχουν ευρύ εξουδετερωτικό χαρακτήρα, δηλαδή θα μπορούν να μπλοκάρουν ένα ευρύ φάσμα κορωνοϊών αυτής της κατηγορίας. Οι Καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γκίκας Μαγιορκίνης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) αναφέρουν ότι τα παν-κορωνοϊικά εμβόλια θα μπορούν να ανακόψουν μία πανδημία από ένα τελείως διαφορετικό στέλεχος της κατηγορίας των κορωνοϊών, αλλά και να περιορίσουν την έλευση κύματος από ένα μεταλλαγμένο στέλεχος του SARS-CoV-2.

Οι ελπίδες για ένα τέτοιο εμβόλιο δεν είναι θεωρητικές. Υπάρχουν ήδη έρευνες που δείχνουν ότι εμβόλια με ευρεία εξουδετερωτική ισχύ είναι εφικτό να σχεδιαστούν. Καταρχάς σε μελέτες που έγιναν σε ασθενείς που μολύνθηκαν με το στέλεχος Βήτα (γνωστό ως Νοτιοαφρικάνικο) έγινε φανερό ότι η ανοσολογική απόκριση έναντι του στελέχους Βήτα μπορούσε να εξουδετερώσει εξίσου καλά και το στέλεχος Γάμα. Πιο πρόσφατα, μελέτη που δημοσιεύθηκε στο New England Journal of Medicine έδειξε ότι άτομα που είχαν μολυνθεί από SARS-CoV πριν από περίπου 18 χρόνια, όταν εμβολιάστηκαν για τον SARS-CoV-2 ανέπτυξαν αντισωματικές απαντήσεις που μπορούσαν να εξουδετερώσουν ικανοποιητικά ένα μεγάλο εύρος κορωνοϊών, τόσο τα μεταλλαγμένα στελέχη Άλφα, Βήτα και Δέλτα, όσο και στελέχη που μολύνουν νυχτερίδες και παγκολίνους. Αν και δεν είναι πλήρως κατανοητός ο μηχανισμός παραγωγής αυτής της ευρέως φάσματος ανοσολογικής απόκρισης, φαίνεται ότι στο αποτέλεσμα έχει συμβάλει η ανοσοποίηση με κατάλληλο συνδυασμό αντιγόνων που έχουν εξελικτική απόσταση. Ένα δεύτερο στοιχείο που είναι εξαιρετικά σημαντικό είναι ότι η ανοσολογική μνήμη από τις αρχικές λοιμώξεις έχει διατηρηθεί σε ικανοποιητικό επίπεδο ακόμα και μετά από 18 χρόνια, καθώς η έκθεση του ανοσολογικού συστήματος σε συγγενικό ιό συστράτευσε τα ήδη εκπαιδευμένα κύτταρα από τον SARS-CoV στο να παράξουν βελτιωμένες ανοσολογικές αποκρίσεις. Σε κάθε περίπτωση οι μελέτες δείχνουν ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης των εμβολίων έναντι των κορωνοϊών σε σημείο που να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε γρηγορότερα και πιο αποτελεσματικά τα όποια πιθανά μελλοντικά κύματα από μεταλλαγμένα ή νέα είδη κορωνοϊού.