Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ ΣΤΗΝ ΒΡΑΖΙΛΙΑ- ΜΙΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ

Η πανδημία COVID-19 έχει κοστίσει ήδη πολλές ανθρώπινες ζωές στη Βραζιλία, με αρνητικό ρεκόρ ανά την υφήλιο. Ένα χρόνο μετά την έναρξη της πανδημίας η χώρα μαστίζεται από μία νέα έξαρση του ιού, με μαζικούς θανάτους και το σύστημα υγείας στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Ωστόσο, παρότι η κατάσταση τώρα σε άλλες χώρες που πλήγηκαν σκληρά από την πανδημία βελτιώνεται, η εμφάνιση ενός νέου πιο μολυσματικού στελέχους που επεκτείνεται στις μεγάλες πόλεις της Βραζιλίας, ενώ οι κάτοικοι της χώρας δεν τηρούν τα μέτρα προφύλαξης, οδηγεί σε νέα έκρυθμη κατάσταση. Την περασμένη Τρίτη καταγράφηκε ένα αρνητικό ρεκόρ με περισσότερους από 1700 θανάτους. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ)(https://mdimop.gr/covid19/) συνοψίζουν πρόσφατα δεδομένα που δείχνουν ότι το στέλεχος αυτό που πρωτοεμφανίστηκε στην πόλη Manaus είναι όχι μόνο πιο μολυσματικό, αλλά μπορεί να μολύνει άτομα που έχουν αναρρώσει από άλλα στελέχη. Πολλές μελέτες εμβολίων δείχνουν, ότι ενώ δεν προστατεύουν από τη λοίμωξη, παρέχουν προστασία έναντι της σοβαρότερης μορφής της λοίμωξης. Το στέλεχος αυτό έχει ήδη ξεφύγει από τα σύνορα της χώρας σε πάνω από είκοσι άλλες χώρες και τις ΗΠΑ. Η διευθύντρια του αμερικανικού CDC αναφέρει ότι με το ρυθμό που εμφανίζονται και εξαπλώνονται τα νέα στελέχη κινδυνεύουμε να χάσουμε όσο έδαφος έχουμε με κόπο κερδίσει έναντι στην πανδημία. Με τα εντυπωσιακά νούμερα της πόλης Manaus πέρσι τον Απρίλιο και το Μάιο οι επιστήμονες πίστευαν ότι έχει επιτευχθεί ανοσία της αγέλης στην πόλη. Το Σεπτέμβριο τα κρούσματα άρχισαν να ανεβαίνουν ξανά, ενώ τον Ιανουάριο εμφανίστηκε το νέο στέλεχος που ονομάστηκε P.1 και κυριάρχησε στην περιοχή. Ο κίνδυνος του στελέχους αυτού έγκειται στην ικανότητα του να προσβάλλει ανθρώπους που έχουν αναρρώσει ύστερα από νόσο από κάποιο άλλο στέλεχος. Ένας τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης αυτής θα ήταν ο μαζικός εμβολιασμός, που στη Βραζιλία, όπως και σε πολλές άλλες χώρες προχωράει με βραδείς ρυθμούς, ξεκινώντας από τους ηλικιωμένους και τους υγειονομικούς, με  τον αριθμό των εμβολίων που είχε εξασφαλίσει η χώρα να είναι ανεπαρκής. Λίγο πάνω από 5,8 εκατομμύρια Βραζιλιάνοι είχαν εμβολιαστεί ως την Τρίτη 2 Μαρτίου δηλαδή περίπου το 2,6% του πληθυσμού τουλάχιστον με μία δόση, ενώ μόνο 1,5 εκατομμύριο πολίτες είχαν κάνει και τις δύο δόσεις. Η χώρα έχει προμηθευτεί το κινεζικό εμβόλιο CoronaVac, το οποίο είναι λιγότερο αποτελεσματικό έναντι του στελέχους P.1, και το εμβόλιο της εταιρείας AstraZeneca. Στην Βραζιλία το νέο στέλεχος θεωρείται ήδη ένα νέο στάδιο της πανδημίας, για αυτό η κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο να εμβολιάσει το μισό πληθυσμό ως τον Ιούνιο και τον υπόλοιπο ως το τέλος του έτους.


Μπαρισιτινίμπη και Ρεμδεσιβίρη για νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19

Η λοίμωξη COVID-19 χαρακτηρίζεται από σοβαρή δυσλειτουργία της φλεγμονώδους αντίδρασης του ανθρώπινου οργανισμού απέναντι στον SARS-CoV-2. Η μπαρισιτινίμπη αποτελεί έναν αναστολέα της κινάσης Janus με αντιφλεγμονώδη δράση. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Μαρία Γαβριατοπούλου και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) (https://mdimop.gr/covid19/)  συνοψίζουν τα αποτελέσματα της μελέτης ACTT-2 που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση The New England Journal of Medicine (A.C. Kalil et al. N Engl J Med 2021; 384:795-807). 

Πρόκειται για μια διπλά τυφλή, τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη που συμπεριέλαβε νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19. Όλοι οι ασθενείς έλαβαν ρεμδεσιβίρη μαζί με μπαρισιτινίμπη ή εικονικό φάρμακο. Συνολικά, 515 ασθενείς έλαβαν τον ενεργό συνδυασμό και 518 ασθενείς έλαβαν μόνο ρεμδεσιβίρη. 

Οι ασθενείς που έλαβαν τον συνδυασμό με μπαρισιτινίμπη είχαν μια διάμεση διάρκεια έως την ανάρρωση τις 7 ημέρες (6 έως 8 ημέρες), συγκριτικά με διάστημα 8 ημερών (7 έως 9 ημέρες) μεταξύ των ασθενών που έλαβαν εικονικό φάρμακο (διαφορά στατιστικά σημαντική). Επιπλέον, οι ασθενείς που έλαβαν μπαρισιτινίμπη είχαν 30% μεγαλύτερη πιθανότητα βελτίωσης της κλινικής κατάστασης την 15η ημέρα συγκριτικά με όσους έλαβαν εικονικό φάρμακο. Ειδικότερα, οι ασθενείς που είχαν ανάγκη από υψηλή ροή οξυγόνου (high-flow oxygen) ή μη επεμβατικό αερισμό κατά την ένταξη στη μελέτη και έλαβαν μπαρισιτινίμπη είχαν ένα διάμεσο διάστημα μέχρι την ανάρρωση 10 ημερών, ενώ το αντίστοιχο διάστημα για όσους έλαβαν εικονικό φάρμακο ήταν 18 ημέρες. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η θνησιμότητα τις πρώτες 28 ημέρες από την ένταξη στη μελέτη ανήλθε στο 5.1% μεταξύ των ασθενών που έλαβαν μπαρισιτινίμπη, συγκριτικά με 7.8% μεταξύ των ασθενών που έλαβαν εικονικό φάρμακο. Οι σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν λιγότερο συχνές μεταξύ των ασθενών που έλαβαν ρεμδεσιβίρη και μπαρισιτινίμπη (16%) συγκριτικά με όσους έλαβαν ρεμδεσιβίρη και εικονικό φάρμακο (21%). Είναι επίσης σημαντικό ότι οι ασθενείς που έλαβαν τον ενεργό συνδυασμό εμφάνισαν λιγότερες νέες λοιμώξεις (5.9%) συγκριτικά με τους υπόλοιπους (11.2%). 

Συμπερασματικά, ο συνδυασμός μπαρισιτινίμπης και ρεμδεσιβίρης ήταν ανώτερος συγκριτικά με τη μονοθεραπεία με ρεμδεσιβίρη ως προς τη βελτίωση της κλινικής κατάστασης νοσηλευόμενων ασθενών με COVID-19 και είχε καλό προφίλ ασφαλείας, ειδικά μεταξύ όσων έλαβαν υψηλή ροή οξυγόνου ή μη μηχανικό αερισμό.

Επίσης δημοσιεύτηκε σε: