Η παρουσία αντισωμάτων έναντι του SARS-CoV-2 στο αίμα φαίνεται να παρέχει προστασία από επαναλοίμωξη για τουλάχιστον 6 μήνες

Παρόλο που από προηγούμενες μελέτες γνωρίζουμε ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ατόμων που έχουν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2 αναπτύσσουν αντισώματα, το ακριβές χρονικό διάστημα που τα παραχθέντα αυτά αντισώματα προστατεύουν το άτομο από πιθανή δεύτερη μόλυνση από τον ιό δεν έχει ακόμα προσδιοριστεί. Μια σαφής απάντηση γίνεται πλέον επιτακτική με την επικειμένη έναρξη των εμβολιασμών για τον SARS-CoV-2 στη χώρα μας αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο.  

Στο καίριο αυτό ερώτημα που σχετίζεται και με τον εμβολιασμό αλλά και τον ευρύτερο έλεγχο της πανδημίας, απαντά το πρόσφατο άρθρο του επικεφαλής της Ομάδας Ελέγχου του Υγειονομικού Προσωπικού στα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία της Οξφόρδης Δρ. David Eyre και των συνεργατών του. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2020 στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό “The New England Journal of Medicine” με τίτλο “Τα επίπεδα των αντισωμάτων και η συχνότητα εμφάνισης λοίμωξης από τον SARS-CoV-2 σε εργαζόμενους σε υγειονομικές μονάδες (Antibody Status and Incidence of SARS-CoV-2 Infection in Health Care Workers)”. (https://www.nejm.org/doi/full/10.1056/NEJMoa2034545), Οι Καθηγητές του ΕΚΠΑ Ουρανία Τσιτσιλώνη, Πέτρος Σφηκάκης, Ευάγγελος Τέρπος και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα κυριότερα αποτελέσματα του άρθρου. 
 
Οι ερευνητές μελέτησαν τη συχνότητα εμφάνισης λοιμώξεων από τον SARS-CoV-2 σε περίπου 12.500 υγειονομικούς ηλικίας 28-49 ετών από 4 Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία στο Oxfordshire του Ηνωμένου Βασιλείου για 31 εβδομάδες (περίπου 8 μήνες), από τον Απρίλιο έως και το Νοέμβριο του 2020. Κατά την έναρξη της μελέτης, όλοι οι συμμετέχοντες ελέγχθηκαν για την παρουσία και τα επίπεδα αντισωμάτων έναντι της πρωτεΐνης-ακίδας (anti-S) του νέου κορωνοϊού. Βρέθηκε ότι μόλις οι 1177 από αυτούς (ποσοστό 9,4%) είχαν αναπτύξει αντισώματα, ενώ άλλοι 88 (0,7%) υπέστησαν ορομετατροπή (δηλ. εμφάνισαν αντισώματα) κατά τη διάρκεια της 8/μηνης μελέτης. Από το σύνολο των θετικών για αντισώματα συμμετεχόντων, ποσοστό 68% δήλωσαν ότι είχαν συμπτώματα συμβατά με COVID-19, αλλά μόνο το 37% από αυτούς είχε θετικό μοριακό τεστ (PCR). Η παρακολούθηση όλων των εργαζομένων στις υγειονομικές μονάδες έγινε με επαναλαμβανόμενα μοριακά τεστ ανά 2 εβδομάδες και επαναλαμβανόμενα τεστ αντισωμάτων ανά 2 μήνες, τόσο έναντι της πρωτεΐνης-ακίδας (anti-S) όσο και έναντι της πρωτεΐνης του νουκλεοκαψιδίου (anti-Ν) του SARS-CoV-2.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι από τα άτομα που δεν είχαν στην αρχή anti-S αντισώματα, ένα ποσοστό περίπου 2% εμφάνισαν κατά τη διάρκεια της μελέτης θετικό μοριακό τεστ (δηλ. μολύνθηκαν από το νέο κορωνοϊό). Εντυπωσιακά, περίπου οι μισοί από αυτούς ήταν και παρέμειναν εντελώς ασυμπτωματικοί, δηλ. δεν παρουσίασαν κανένα σύμπτωμα της νόσου από το νέο κορωνοϊό COVID-19. 

Το δεύτερο σημαντικό αποτέλεσμα ήταν ότι οι υγειονομικοί που στην αρχή της μελέτης είχαν anti-S ή/και anti-N αντισώματα ανεξάρτητα αν είχαν εμφανίσει ή όχι συμπτώματα (αν ήταν δηλ. συμπτωματικοί ή ασυμπτωματικοί, αντίστοιχα), όταν μολύνθηκαν για δεύτερη φορά από τον SARS-CoV-2 δεν εμφάνισαν κανένα σύμπτωμα συμβατό με COVID-19. Τα αποτελέσματα αυτά αποτελούν ιδιαίτερη ισχυρή ένδειξη ότι τα αντισώματα που παράγονται μετά την πρώτη λοίμωξη με το νέο κορωνοϊό, παρέχουν προστασία από επαναλοίμωξη για τουλάχιστον 6 μήνες.  

Το τρίτο σημαντικό στοιχείο ήταν ότι η προστατευτική ανοσία παρέχεται από όποιον τύπο αντι-SARS-CoV-2 ειδικών αντισωμάτων και αν έχει αναπτύξει ο οργανισμός, είτε έναντι της πρωτεΐνης-ακίδας (anti-S) είτε έναντι της νουκλεοπρωτεΐνης (anti-N) είτε έναντι και των δύο. 

Τέλος, 24 υγειονομικοί που είχαν στην αρχή θετικό μοριακό τεστ (άρα είχαν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2) και ήταν αρνητικοί στα τεστ αντισωμάτων, όταν ήρθαν ξανά σε επαφή με τον ιό δεν επαναμολύνθηκαν. Διαπιστώθηκε μάλιστα ότι τα επίπεδα των αντισωμάτων αυτών των 24 ατόμων ήταν μεν αρνητικά αλλά κοντά στο όριο της θετικότητας όπως ορίζεται από τις εταιρείες παραγωγής των τεστ, γεγονός που υποδεικνύει ότι ακόμα και χαμηλά επίπεδα αντισωμάτων ασκούν προστατευτική δράση στην περίπτωση επαναλοίμωξης. Οι ερευνητές μάλιστα τονίζουν ότι και η ενεργοποίηση των Τ λεμφοκυττάρων συμμετέχει στην προστατευτική ανοσία έναντι του νέου κορωνοϊού, παρόλο που τεστ για την ανίχνευση anti-SARS-CoV-2 ειδικών Τ λεμφοκυττάρων, λόγω κόστους και εξειδικευμένων εργαστηριακών τεχνικών, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ευρέως.    

Συμπερασματικά, και παρά το ότι η συγκεκριμένη μελέτη περιορίζεται σε εργαζόμενους σε υγειονομικές μονάδες του Ηνωμένου Βασιλείου, άτομα που έχουν αντισώματα έναντι του SARS-CoV-2 έχουν σημαντικά μειωμένο κίνδυνο επαναλοίμωξης από τον κορωνοϊό για τουλάχιστον 6 μήνες μετά την αρχική μόλυνσή τους.  


Διάρκεια της ανοσιακής απάντησης στο εμβόλιο mRNA-1273 της Moderna

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Ιωάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης, Μαρία Γαβριατοπούλου και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) ανασκοπούν τα δεδομένα από την πρόσφατη δημοσίευση των Alicia T. Widge και συνεργατών στο έγκριτο περιοδικό The New England Journal of Medicine (https://www.nejm.org/doi/full/10.1056/NEJMc2032195). Παρουσιάζεται η μελέτη της ανοσογονικότητας 119 ημέρες μετά την πρώτη δόση και 90 μέρες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου mRNA-1273 (Moderna) μεταξύ 34 ενήλικων που έλαβαν δόσεις των 100μg. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε 3 ηλικιακές ομάδες: 18 έως 55 (15 συμμετέχοντες), 56 έως 70 (9 συμμετέχοντες) και 71 και άνω (10 συμμετέχοντες). Σε όλες ηλικιακές ομάδες, τα δεσμευτικά αντισώματα για την πρωτεϊνική ακίδα S του SARS-CoV-2 βρέθηκαν αυξημένα αν και μειώνονται ελαφρώς με την πάροδο του χρόνου, ως αναμένετο. Πιο αναλυτικά, ο γεωμετρικός μέσος τίτλος (GMT) ήταν 235.228 (διάστημα εμπιστοσύνης 95% [CI], 177.236 έως 312.195) στους συμμετέχοντες ηλικίας 18 έως 55 ετών, 151.761 (95% CI, 88.571 έως 260.033) στους συμμετέχοντες 56 έως 70 ετών και 157.946 (95% CI, 94.345 έως 264.420) στους συμμετέχοντες 71 ετών και άνω. Σημαντικό εύρημα αποτελεί ότι την 119η μέρα ανιχνεύτηκαν εξουδετερωτικά αντισώματα στον ορό σε όλα τα άτομα που έλαβαν μέρος στην μελέτη. Ειδικότερα, σε μια δοκιμασία εξουδετέρωσης ψευδοϊού, ο γεωμετρικός μέσος τίτλος (GMT) του μισού της μέγιστης ανασταλτικής συγκέντρωσης (ID50) ήταν 182 (95% CI, 112 έως 296) στους συμμετέχοντες ηλικίας μεταξύ 18 και 55 ετών, 167 (95% CI, 88 έως 318) στην ηλικιακή ομάδα από 56 έως 70 ετών και 109 (95% CI, 68 έως 175) στην ομάδα 71 ετών και άνω. Την ίδια στιγμή, σε δοκιμή εξουδετέρωσης ζωντανών ιών στο δοκιμαστικό σωλήνα (in vitro) με βάση το πρωτόκολλο mNeonGreen (FRNT-mNG), ο γεωμετρικός μέσος τίτλος (GMT) του μισού της μέγιστης ανασταλτικής συγκέντρωσης (ID50)  ήταν 775 (95% CI, 560 έως 1071), 685 (95% CI, 436 έως 1077) και 552 (95% CI, 321 έως 947) στις τρεις ηλικιακές ομάδες, αντίστοιχα. Ακόμη, σε αντίδραση εξουδετέρωσης ζωντανών ιών in vitro σύμφωνα με το πρωτόκολλο PRNT, ο γεωμετρικός μέσος τίτλος (GMT) του μισού της μέγιστης ανασταλτικής συγκέντρωσης (ID50) αυξήθηκε κατά 80%: 430 (95% CI, 277 έως 667), 269 (95% CI, 134 έως 542) και 165 (95% CI, 82 έως 332) στις τρεις κατηγορίες, αντίστοιχα. Μάλιστα, οι γεωμετρικοί μέσοι τίτλοι των δεσμευτικών και εξουδετερωτικών αντισωμάτων των συμμετεχόντων κατά την 119η μέρα ήταν υψηλότεροι από τους γεωμετρικούς μέσους τίτλους αντισωμάτων μιας ομάδας 41 μαρτύρων που ανάρρωσαν από COVID-19. Ο υπολογισμός των τίτλων αντισωμάτων των ατόμων που νόσησαν έγινε μεταξύ 23η έως 54η  μέρας από τη διάγνωση της μόλυνσης, με διάμεσο την 34η μέρα. Πρέπει να σημειωθεί ότι στη μελέτη δεν σημειώθηκαν σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες, δεν τέθηκαν σε εφαρμογή οι προκαθορισμένοι κανόνες διακοπής και δεν συνέβησαν νέα ανεπιθύμητα συμβάντα που να εκτιμήθηκε από τους ερευνητές ότι σχετίζονται με το εμβόλιο μετά την 57η μέρα. Συμπερασματικά, αν και η συσχέτιση μεταξύ προστασίας έναντι της λοίμωξης του SARS-CoV-2 και εμβολίου mRNA-1273  δεν έχει ακόμη τεκμηριωθεί, τα παραπάνω αποτελέσματα δείχνουν ότι παρέχει διαρκή χυμική ανοσία για τουλάχιστον 4 μήνες. Βέβαια, η φυσική λοίμωξη μπορεί να προκαλέσει ισχυρή παραγωγή Β-κυττάρων μνήμης παρά τα χαμηλά επίπεδα εξουδετερωτικών αντισωμάτων στο πλάσμα. Παρόλο που η κυτταρική απόκριση μνήμης από το mRNA-1273 δεν έχει ακόμη καθοριστεί, οδήγησε σε ενεργοποίηση CD4 βοηθητικών Τ-λεμφοκυττάρων τύπου 1 43 ημέρες μετά τον πρώτο εμβολιασμό. Οι μελέτες για την επαγώμενη από το εμβόλιο παραγωγή Β λεμφοκυττάρων συνεχίζονται. Καθώς η απουσία παρενεργειών και η προκαλούμενη ανοσοποίηση σε βάθος χρόνου είναι κρίσιμες, βρίσκεται σε εξέλιξη μια ανάλυση των αποτελεσμάτων παρακολούθησης των συμμετεχόντων για μια περίοδο 13 μηνών. Τα παραπάνω ευρήματα στηρίζουν τη χρήση δόσης των 100 μg mRNA-1273 στην τρέχουσα δοκιμή φάσης 3, η οποία πρόσφατα έδειξε ποσοστό αποτελεσματικότητας 94,5% σε μια ενδιάμεση ανάλυση.

Επίσης δημοσιεύτηκε σε: